Εσύ δασκαλάκο. Μίλησέ μας για την ανδρεία των Ελλήνων. Πες μας ότι οι Έλληνες είναι οι πιο ικανοί στο δόρυ από όλους τους βαρβάρους. Πες μας ότι ένας Έλληνας κάνει για εκατό τουρκαλάδες. Αποκάλυψέ μας ότι ποτέ δε σκιαχτήκαμε τον οχτρό. Ξέρεις φαντάζομαι καλά πως η στρατιωτική πειθαρχία είναι γνώρισμα των Ελλήνων. Όλοι σούζα στο τίναγμα της τσαρούχικης φούντας. Έλα δασκαλάκο το ξέρω ότι αυτά θες να μας πεις. Γιατί σωπαίνεις έτσι αμήχανα; Εμείς είμαστε ξεχωριστοί σε αυτά. Ποτέ δεν δειλιάσαμε, ποτέ δε σκύψαμε, πάντα τσαμπουκαλίδικα λύναμε τις διαφορές μας και αντρίκια. Κανείς δε μας κουνιέται σε αυτά. Άνοιξε μας τα μάτια δασκαλάκο. Μάθε μας για τη δόξα την περίλαμπρη του στρατιωτικού μας ύψους. Ο ελληνικός στρατός δεν μας χαρίζει την ασφάλεια και το περίλαμπρο εθνικό μας ανάστημα; Γιατί κουνάς πέρα δώθε το κεφάλι σου δασκαλάκο; Τι παράξενο χαμόγελο είναι αυτό; Τα όπλα είναι σοβαρό πράμα δασκαλάκο για να γελάς μπροστά τους. Τι είναι το χαμογελάκι σου μπροστά στις σφαίρες δασκαλάκο; Ποιος λύγισε τα σιδερικά με χαμόγελο; Δεν είσαι συ για τέτοια δασκαλάκο... Εμβατήρια σημαίνουν. Μάρτης δασκαλάκο. Ξέρεις ότι το 21 λευτερωθήκαμε. Ούτε το 22 ούτε το 23. Το 21. Οι τουρκαλάδες έγιναν καπνός τότες. Έβλεπαν τα θεριά μας και έστριβαν. Δυο μέτρα ήταν ο Καραϊσκάκης, το ξέρεις φαντάζομαι. Μίλησαν τα καριοφίλια τότες. Κιότεψαν οι πασάδες κι έστριψαν. Τι; Τι είπες δασκαλάκο; Διπλωματία; Διεθνείς σχέσεις; Συμφέροντα; Μεγάλες Δυνάμεις; Τι είναι πάλι αυτοί οι άσχετοι που μου τσαμπουνάς; Ποιος; Κάστλερι; Κάνιγκ; Τσάρος; Καποδίστριας; Ποιοι είναι αυτοί; Δεν τα ξέρεις καλά. Σε λίγο θα μας πεις ότι οι ξένοι μας λευτέρωσαν δασκαλάκο. Δεν υπογράψαμε πράξεις υποτέλειας εμείς. Δεν λιβανίσαμε κανέναν ξένο. Αγέρωχο και άσπιλο το ελληνικό μέτωπο. Ακουσες; Δεν ξέρεις για τον στρατό μας. Στρατός και θρησκεία δασκαλάκο, αυτά μας κράτησαν. Πατριαρχική Διδασκαλία; Αφορισμοί; Τι είναι πάλι τούτα; Μαζί μιλάμε χώρια καταλαβαινόμαστε. Δεν πέρασες από σχολειό εσύ; Τι σας μαθαίνουν στις σχολές σας; Κομπογιαννίτης μου φαίνεσαι δασκαλάκο... Αυτά του έλεγαν του δασκαλάκου. Χρόνια τώρα. Ο ίδιος κάθε χρονιά, την ίδια μέρα του Μάρτη, ερχόταν στην τάξη με τα εφόδιά του. Στρατιωτικό κλίμα βλέπετε. Μόνο που τα όπλα του ήταν χάρτινα, αλλά και ψηφιακά. Τίποτα το ιδιαίτερο ή το κρυφό. Δυο λέξεις να έπιαναν από πολιτική φιλοσοφία και άλλες δυο από πολιτική ιστορία ήταν χορτάτος ο δάσκαλος. Πέντε μαθητές ενδιαφέρονταν κατά μέσο όρο κάθε χρονιά να μάθουν το κατιτίς παραπάνω στο διάλειμμα, όταν οι πολλοί έβγαιναν στη λιακάδα να βοσκήσουν. Καθόταν ο δασκαλάκος και τους έλεγε ό,τι ήξερε και τους διάβαζε όσο μπορούσε. Άλλοι ρωτούσαν για τα φιλορωσοαγγλογαλλικά κόμματα, άλλοι για τις διπλωματικές ενέργειες του Καποδίστρια, άλλοι έφταναν από περιέργεια μέχρι και εκατό χρόνια μετά, όταν ο έπεσε ο Βενιζέλος και μαζί του και ο Σαγγάριος, στα βάθη της τουρκιάς. Μα πώς χάσαμε έτσι την Ελλάδα τότε δάσκαλε; Πώς; Ήξερε τότες ο δάσκαλος πως τα παιδιά δεν ήθελαν απάντηση. Ήξεραν την απάντηση πριν την ερώτηση. Πριν χτυπήσει το κουδούνι για μέσα, προλάβαινε να τους δείξει κάτι πρόσφατο στο φορητό dvd player που κουβάλησε μαζί του. Έτσι συμβολικά. Η εικόνα της Τιεν Αν Μεν του 1989, όταν ο φοιτητής στάθηκε ολόρθος, άοπλος και αβοήθητος μπροστά στο ερπυστριοφόρο του κινεζικού στρατού αφοπλίζοντάς το. Κανείς δεν τονε γνώρισε από κοντά. Φήμες μόνο κυκλοφόρησαν ότι κοιτούσε κατάματα το τέλος του και χαμογελούσε. Ποιος λύγισε τα σιδερικά με χαμόγελο; Κανείς μαθητής δε ρώταγε τότε το δάσκαλο για στρατούς και μάχες. Δεν υπήρχε λόγος. Στο μυαλό ήταν η μάχη. Τότε ο δάσκαλος σώπαινε. Και άφηνε την εικόνα να μιλήσει. Γεμάτη η πλατεία. Πέντε χιλιάδες νεκροί. Γέμισε αίμα. Αίμα ελεύθερων, απείθαρχων ανθρώπων. Πάει. Ξημέρωσε. Δυο βδομάδες ο γυμναστής θα έχει κάνει καλή δουλειά. Δεν χάνουν βήμα οι παραστάτες και οι λοιποί. Δυο βδομάδες κάθε μέρα πρωί πρωί τους τριγύρναγε πάνω κάτω. Και δώστου βήμα. Τα καμάρια οι μαθητές. Μέρα δεν έχασαν. Μόνο προχτές μάζεψε ο δασκαλάκος πέντε μαθητές. Γιατί άραγε; Κάτι για το μάθημα θα τους ήθελε. Ποιος νοιάζεται γι αυτόν τώρα. Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα. Ο πρόεδρος της δημοκρατίας θα είναι από το πρωι εκεί. Νάσου και οι παραστάτες γεμάτοι καμάρι και ο σημαιοφόρος με το παλούκι ανά χείρας. Και πάνε το βήμα. Ο δάσκαλος ήτανε πίσω από την παράσταση. Στεκόταν με προσμονή και αγωνία για το τελικό αποτέλεσμα. Σαν ένας τυπικός σκηνοθέτης. Το έβδομο κλιμάκιο φτάνει μπροστά στον πρόεδρο της δημοκρατίας. Ήταν από το σχολείο του δασκαλάκου το κλιμάκιο αυτό. Πέντε παραστάτες σταματούν το βήμα. Αφήνουν το σημαιοφόρο να τραβάει μπροστά μονάχος. Στρέφουν το βλέμμα τους προς τον πρόεδρο. Σηκώνουν το δάχτυλό τους και τον δείχνουν. Και γελούν. Γελούν με την καρδιά τους. Γελούν φωναχτά. Όλοι παγώνουν. Τότε αρχίζουν το γλέντι. Βγάζουν τα πουκάμισά τους και στήνουν διονυσιακό χορό. Στα πολύχρωμα μπλουζάκια τους ο ένας έγραφε πάθος, ο άλλος έκσταση, ο άλλος ηδονή, ο τέταρτος έρωτα και ο πέμπτος λύτρωση. Νάσου και ο δάσκαλος πετάγεται στο κέντρο του πανηγυριού φορώντας και αυτός τα πολύχρωμά του. Μόνο που είχε ζωγραφίσει στο πίσω μέρος της μπλούζας του έναν τεράστιο φαλλό. Τότε το πλήθος μουρμούραγε και οι αστυφύλακες κίνησαν να τους μαζέψουν. Τότε ο δάσκαλος σώπαινε. Και άφηνε την εικόνα να μιλήσει. Γεμάτη η πλατεία. Πέντε χιλιάδες άνθρωποι. Γέμισε χρώμα. Χρώμα ελεύθερων, απείθαρχων παιδιών. Για την ιστορία, μετά από κάποιες ώρες στο τμήμα, αφέθηκαν ελεύθεροι. Ποιος ξέρει τι είπαν. Ό,τι και να είπαν κανείς δεν θα τους κατάλαβε. Μόνο άρχισε να κλονίζεται η κοινή γνώμη για το νόημα των μαθητικών παρελάσεων. Η εικόνα ταξίδεψε όμως. Μέσα από εθνικά και παγκόσμια δίκτυα. Την είδε και ο κινέζος της Τιεν Αν Μεν. Χαμογέλασε και πάλι. Η δεύτερη φορά στα τόσα χρόνια που πέρασαν από τότε. Κανείς δεν είδε το χαμόγελό του. Όπως και τότε. Φήμες μόνο κυκλοφόρησαν. Φήμες. |