Πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόων έγνω ο δασκαλάκος. Ο Μεταγειτνιών τον βρήκε να περιδιαβαίνει κάποιους λατρευτούς ελληνικούς τόπους. Στο μυαλό είναι όλα, αλλά η αφή και η όσφρηση παίζουν κι αυτές το παιχνίδι τους. Έτσι είπε και κίνησε σε κάποιο ήρεμο νησί παρέα με τους δυο πιστούς φίλους του, τον Νόστο και το 'Αλγος. Κάποιοι του είχαν πει για τα παράξενα παιχνίδια του νησιού των Καβείρων. Δεν είχε την ευκαιρία ποτέ να πατήσει το πόδι του όμως εκεί. Ο Όμηρος τον δασκάλεψε να λέει στους μαθητές του ότι από την υψηλότερη κορυφή του νησιού αυτού ο Ποσειδώνας έβλεπε τον αγώνα της Τροίας. Σάος το βουνό και χώρος η Σαμοθράκη. Δεν γίνεται, σκέφτηκε ο δασκαλάκος, κοτζάμ παντροκράτωρ της θάλασσας δεν διάλεξε τυχαία τόπο για αγνάντι. Και τι αγνάντι! Του ανθρωποβόρου πολέμου απολαυστικό...
Ήξερε τι έψαχνε στην Παλαιόπολη. Πάτησε το ιερό των Μεγάλων Θεών. Κλείνει τα μάτια του μονομιάς και φαντάζεται τον Φίλιππο να ρίχνει τις πρώτες λάγνες ματιές στην Ολυμπιάδα. Εκεί τα βρήκαν οι δυο τους και έφεραν στον κόσμο τον Μεγαλέξανδρο. Πιο πέρα, για χάρη του έρωτα και πάλι, απλώνεται ο θόλος της Αρσινόης. Ο Λυσίμαχος ύψωσε για τα μάτια της το μεγαλύτερο κλειστό κυκλικό κτίσμα της αρχαιότητας. Και πλάι τους η πολύπαθη Νίκη, φτερωτή και αγέρωχη, τρομοκρατεί τους βαρβάρους εδώ και χιλιετίες. Κλείνει τα μάτια του πάλι ο δασκαλάκος και φαντάζεται ένα υπέροχο σούρωπο με φλόγες υπέρλαμπρες να φωτίζουν το δρόμο των μυημένων. Και σε λίγο η τελετή που κανείς δεν ξέρει. Η αναπάντεχη τελετή. Όλοι σιωπούν και νιώθουν την κίνηση των όντων στον αέναο κύκλο της φύσης. Οι ιέρειες σηκώνουν τα χέρια τους ψηλά και απαιτούν το προνόμιο της έκστασης. Οι μύστες ακολουθούν και βιώνουν την κάθε λεπτομέρεια. Τι άλλα μυστήρια χρειάζεται κανείς; Από εδώ άρχισε το χτίσιμο του υπερανθρώπου. Από εδώ που ο έρωτας αγκαλιάζει τον θάνατο, που η αρμονία εγκολπώνει τον πόλεμο, που ο 'Αδης κερνά τον Διόνυσο από το δικό του απόσταγμα, έναν υγρό κυκεώνα χαρμολύπης έτοιμο να επιτελέσει το έργο του: το λυκαυγές μιας αληθινής ύπαρξης αγέρωχης στο διάβα των αιώνων. Και ο δασκαλάκος εκεί. Συνομιλεί με τον Νόστο. Σα να μέθυσαν από αποστάγματα κάποιου ντόπιου αμπελώνα. Πάνω στην ώρα. Τώρα βλέπουν καλύτερα.
Ο Μεταγειτνιών δεν είναι γνωστός πλέον. Ο δεκαπενταύγουστος από την άλλη γιορτάζεται με όλη την επισημότητα. Μιλούνια σωρεύουν στις Παναγίες με τάματα και ικετευτικά παρακάλια. Με όλους τους δυνατούς τρόπους. Γονατιστά κάτω από τον καυτό ήλιο, τούμπαλιν, με κωλοτούμπες και χειρονομίες. Σου δίνω δυο χρυσά, μου δίνεις δυο δεκαετίες; Η γιορτή του μίζερου μαυροφορεμένου ικέτη που λυπάσαι και να τον φτύσεις. Ο δασκαλάκος ήθελε να παραστεί αυτοπροσώπως σε μια εκδήλωση παρακμής. Ήθελε να αφήσει τον Διόνυσο να εκφραστεί μέσα από μια πράξη αντάξια του κλίματος. Δίπλα στον εβραϊκό ναό είδε μια δεξαμενή. Αγιασμός λένε. Όλοι οι ενορίτες περνούσαν από κει και έπιναν κατά εθιμικό τρόπο. Έτσι και ο Δασκαλάκος. Όχι για να πιει όμως. Με μια ταχυδακτυλουργική κίνηση αδειάζει στην δεξαμενή μια μικρή μποτίλια. Εγγυημένη ουσία. Μετά από λίγα λεπτά όλα τα μίζερα πρόσωπα έλαμψαν από γέλια και χαρά. Μερικοί μάλιστα έσκισαν και τα μαύρα ρούχα τους. Οι γιαγιούλες πέταξαν τα παπούτσια τους και έστησαν ξυπόλυτο χορό σε ένα ρυθμό που ποτέ τους δεν είχαν χορέψει. Βγήκε πηγαίος από τα μέσα τους. Οι γέροι άρπαξαν τις μπαστούνες και τις στροβίλιζαν χαρωπά στον αέρα. Όλοι γελούσαν με ασήμαντες αφορμές. Οι ρασοφόροι βγήκαν από το ιερό τους και είδαν την κατάσταση. Θαύμα, θαύμα φώναξαν αφού είδαν όλους αυτούς τους ανέραστους αναξιοπαθούντες σε χρόνο μηδέν να βγαίνουν από τον εαυτό τους και να γίνονται κάτι άλλο, πιο γλαφυρό, πιο έντονο, πιο ερωτικό. Συνομιλούν με τον Νόστο. Σα να μέθυσαν από αποστάγματα κάποιου ντόπιου αμπελώνα. Πάνω στην ώρα. Τώρα βλέπουν καλύτερα.
Λίγες ώρες αργότερα ξέμειναν από ενέργεια και τράβηξαν για τα σπίτια τους, χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν τι ακριβώς συνέβη. Δεν θα συνέβαινε όμως για τελευταία φορά. Ο δασκαλάκος πήγαινε τη βόλτα του στη δεξαμενή μέρα παρά μέρα και όλοι οι ενορίτες ενστικτωδώς έπιναν από τον αγιασμό. Και κάλεσαν και συγγενείς και φίλους. Και γέμισε το χωριό από χαρά και κόσμο. Και το παγκάρι του ναού χρυσωνόταν μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο. Έσκασαν μύτη και τα μέσα ενημέρωσης κάνοντας ρεπορτάζ για τον θαυματουργό αγιασμό. Τότε ήταν η ώρα. Ο δασκαλάκος έπρεπε να σταματήσει το βιολί του γιατί δεν θα έμενε για πάντα κρυφό...
Την επομένη κατά τη συνήθειά του το πλήθος μαζευόταν στη δεξαμενή. Αλλά εις μάτην. Σύγχυση απλώθηκε. Οι ώρες και οι μέρες περνούσαν και πολλοί μπήκαν στο στερητικό σύνδρομο. Μια ομάδα συγκαλείται και τα βάζει με τους ρασοφόρους. Καυγάς ξεσπάει ότι οι ρασοφόροι κράτησαν τον θαυματουργό αγιασμό για την πάρτη τους ή για να τον πουλήσουν έξω. Δυο αδέρφια τραβούν μαχαίρια και ορμούν καταπάνω στον κλήρο, τους ψαλτάδες και τους επιτρόπους της εκκλησίας. Μεγάλο φονικό. Πολλοί μοχθούσαν να βγουν έξω αλλά γλιστρούσαν και έπεφταν πάνω στη λίμνη με τα αίματα. Ο ένας πατούσε πάνω στον σβέρκο του άλλου. Αρκετοί ποδοπατήθηκαν και τραυματίστηκαν θανάσιμα. Η είδηση έκανε το γύρο του κόσμου για το πολύνεκρο αυτό επεισόδιο που δεν είχε προηγούμενο. Μερικοί στράφηκαν σε εξηγήσεις εγκόσμιες, σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ ντόπιων. 'Αλλοι σε υπερφυσικές ερμηνείες, ότι ο διάβολος μπήκε μέσα στα δυο αδέρφια που έκαναν τη σφαγή. Ο δασκαλάκος είχε τη δική του ερμηνεία. Δεν ήταν μόνο ναρκωτικό αυτό που έβαζε στη δεξαμενή, αλλά και καταλύτης. Έφερε πιο γρήγορα στην επιφάνεια ένα αποτέλεσμα που ίσως ερχόταν μετά από αιώνες. Δεν θα προλάβαινε να το ζήσει κανείς από αυτούς που έβλεπε γύρω του. Βαρέθηκε τις ξένες παραβολές της θεωρίας, και έφερε μπροστά στα μάτια τους τον θάνατο. Σαν άλλος Προμηθέας. Ήταν φονιάς; Ποιος μπορεί να πει στ'αλήθεια ποιος στάθηκε τελικώς ο φονιάς. Ο δασκαλάκος βοήθησε απλώς τους ρασοφόρους να επιτύχουν γρηγορότερα και αποτελεσματικότερα τις επιδιώξεις τους. Όλα τα άλλα ήλθαν και αυτά γρηγορότερα. Ούτως ή άλλως έτσι θα έλθουν και για τους υπόλοιπους ενορίτες και μαυροφορεμένους... κάπου, κάπως, κάποτε.
Ο δασκαλάκος συνομιλεί με το 'Αλγος. Πάνω στην ώρα. Τώρα βλέπουν καλύτερα.
|