Υπόδειγμα Ομηρικής Διδασκαλίας


Tα ομηρικά έπη έχουν διαδοθεί πλέον ευρέως. Είναι φανερό, ότι εκτός από την υποχρεωτική ομηρική διαπαιδαγώγηση στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος θα μπορούσε να τα γνωρίσει μέσα από τα πάμπολλα εξωεκπαιδευτικά συγγράματα. Καλό είναι, θα έλεγε κάποιος, να δίνεται έκταση και προσοχή σε αυτά τα αξεπέραστα λογοτεχνικά αριστουργήματα. Σκεφτείτε όμως, αν ο Όμηρος αυτοπροσώπως διοριζόταν σε κάποιο σύγχρονό μας σχολείο, θα διέδιδε τα πονήματά του ομοιοτρόπως των συγχρόνων καθηγητών, συγγραφέων και πάσης λογής καλλιτεχνών της γνώσης; Εδώ θα έδινα αρνητική απάντηση. Πρώτα απ όλα όμως ας κοιτάξουμε προσεκτικά αυτόν τον τρόπο σύγχρονης διδασκαλίας των ομηρικών -και δυστυχώς όχι μόνο- επών.

Ξεκινώντας από από το Γυμνάσιο, ο μαθητής έρχεται -ενδεχόμενα σε πρώτη- επαφή με τον Όμηρο. Όπως όλοι μας βέβαια, όταν πρωτογνωρίζουμε κάποιο πρόσωπο που θεωρείται σημαντικό για τη ζωή μας, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε την όσο το δυνατόν καλύτερη εντύπωση. Επειδή όμως ο Όμηρος έχει την ατυχία να μην είναι παρών στη διδαχή των δικών του έργων, «κάνει» απελπισμένες προσπάθειες να εντυπωσιάσει μέσω των θεσμοθετημένων εκπροσώπων του, των φιλολόγων. Οι φιλόλογοι με τη σειρά τους εκθέτουν το έργο αναλύοντάς το σε νοηματικές ενότητες, βρίσκοντας πολιτιστικά στοιχεία, «ζωγραφίζοντας» παραστατικά τα πρόσωπα που απαρτίζουν το έπος. Αργότερα, σε μιαν άλλη ανώτατη εκπαιδευτική βαθμίδα (που τη λένε Πανεπιστήμιο) ο φοιτητής θα μάθει εξονυχιστικά (ή τουλάχιστο έτσι υποτίθεται ότι μαθαίνει) τη μετάφραση, θα παρατηρήσει γλωσσικές λεπτομέρειες, συντακτικά και γραμματικά φαινόμενα, τη μετρική των στίχων και άλλα παρόμοια. Επίσης θα μάθει τις αντιτιθέμενες απόψεις για το ομηρικό ζήτημα -τις διαφωνίες δηλ. κάποιων κάποτε για την προσωπική ύπαρξη ή όχι του Ομήρου-. Ένας ψυχολόγος, που θα ενδιαφερόταν να ασχοληθεί με το φαινόμενο της εκπαιδευτικής μάθησης, θα ανακάλυπτε -μέσω απλών στατιστικών ερευνών- ότι εκείνοι που διδάχτηκαν κάποτε τον Όμηρο, τώρα το μόνο που μπορούν να ανακαλέσουν στη μνήμη τους είναι διάσπαρτα ονόματα και ορισμένοι χαρακτηρισμοί. Προς τι λοιπόν τόση εκπαιδευτική ταλαιπωρία; Τίποτα σχεδόν δε μένει από τις σχολές και τις πολυτελείς εξωσχολικές βιβλιοδεσίες. Αν ήξερε ο Όμηρος ότι θα κατέληγε στα χέρια κλασσικών φιλολόγων, θα έκανε προσάναμμα όλους του χειρόγραφους παπύρους του.

Όλοι ξέρουν τα ομηρικά έπη σαν τέχνη. Έχουν συμφέρον φαίνεται να τα μελετούν στην σφαίρα του πολιτισμού. Εδώ βρίσκεται το μεγάλο μυστικό: Ο πολιτισμός είναι ακίνδυνος. Όλοι τον θαυμάζουν. Ποιος αλήθεια δεν έχει χαζέψει (="γίνει" χαζός) μπροστά σε ένα άγαλμα, σε ένα πίνακα ζωγραφικής; Πόσοι αλήθεια θαυμάζουν την ακρόπολη των Αθηνών ως μάρμαρο και αρχιτεκτονική και όχι ως γέννημα ενός πρωτοπόρου και ρηξικέλευθου δημοκρατικού πολιτεύματος; Πόσοι τελικά είναι εκείνοι που βλέπουν τον Όμηρο όχι ως ενεργητική φιλοσοφική διάνοια, όχι ως έκφραση υψηλής πνευματικής αλληγορίας, αλλά ως ένα κοινότοπο παραμύθι της σειράς; Το πώς θάβεται στα έγκατα της γης η υψηλή αξία ενός νοήματος έγινε πλέον γνωστό: το περνούν στη σφαίρα της τέχνης και ίσως το κάνουν αντικείμενο φιλολογικής έρευνας. Αν όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι, αν ο Όμηρος αντιμετωπιζόταν όχι σαν τέχνη και φιλολογία, αλλά ως φιλοσοφία, που οδηγούμαστε; Πώς θα ήταν για παράδειγμα αν εντοπίζονταν και ερμηνεύονταν οι αλληγορίες της Οδύσσειας; Σίγουρα θα ανακαλύπταμε υψηλότερα και λιγότερο βαρετά νοήματα. Πιο αξιόλογα από αυτά που σήμερα διδασκόμαστε: « Ο Όμηρος είναι ή για τα μικρά παιδιά ή για τους πολύ γέροντες. Θα τον ακούσεις να παραμυθολογεί και θα σε δέσουν τα λόγια του. ..» [Δ. Λιαντίνης]

Ας πάρουμε την ιστορία της Κίρκης. Ας αποτελέσει αυτή έναν οδηγό ερμηνείας και για τα άλλα μέρη των ομηρικών επών. Τα καθαυτό ομηρικά λόγια και η φιλολογική ανάλυση μας λένε κοντολογίς τα εξής: Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του φτάνουν στο νησί της Κίρκης. Έπειτα οι σύντροφοι συναντούν τη μάγισσα και συνδιαλέγονται. Εκείνη τους μεταμορφώνει σε χοίρους με το μαγικό της ραβδάκι, μέχρι τη σωτήρια παρεμβολή του Οδυσσέα. Δεν είναι σωστό να αναλωθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, καθώς αυτό το πολυδιατυπωμένο παραμύθι είναι σε όλους μας γνωστό. Βλέπω κάπου μακριά όμως έναν πεφωτισμένο παιδαγωγό να δίνει σε αυτή τη φαινομενικά ρηχή ιστοριούλα ένα υψηλότερο νόημα: Κοιτάξτε βαθύτερα. Πώς μεταμορφώνεται ένας άνθρωπος σε ζώο; Πότε κυριαρχούν τα αρχέγονα ένστικτά του; Πότε το επιθυμητικό της ψυχής του παίρνει τα ηνία; Όχι βέβαια όταν τον ακουμπούν μαγικά ραβδάκια, αλλά όταν κυριαρχεί το πάθος του, όταν κυριαρχεί στην ψυχή και το μυαλό του η άσβεστη ερωτική ορμή. Η Κίρκη ήταν μάγισσα. Το ίδιο θα εννοούσε κανείς λέγοντας πως η Κίρκη είναι ένα αξεπέραστο ερωτικό θέλγητρο. Μια γυναίκα που μαγεύει, που εξουσιάζει τους συντρόφους του Οδυσσέα με τη γοητεία της, με το μαγικό αυτό ραβδί της. Οι ναύτες πάλι δε μπορούν να αντισταθούν. Σε αυτό συντρέχει και η μακρά αποχή τους από ερωτική συνεύρεση. Σε αυτό συντρέχουν και τα κουραστικά ταξίδια και οι υπεράνθρωπες ώρες εργασίας. Αφήνουν κατά μέρος τους ηθικούς τους ενδοιασμούς και παραδίνονται στις ορμές τους. Ένας ένας μεταμορφώνονται σε ζώα στην αγκαλιά της διψασμένης μάγισσας. Ξεχνούν υποχρεώσεις, ξεχνούν τους σκοπούς τους, ξεχνούν και τον ίδιο τον Οδυσσέα, ο οποίος θα ξεκινήσει και θα τους αναζητήσει. Δεν είναι εύκολο να τους πάρει από τα πλοκάμια της Κίρκης. Θα πρέπει να της προσφέρει ένα αντάλλαγμα, τον δικό του έρωτα. Ύστερα από αυτό πλέον, η Κίρκη, ξεχειλισμένη από ηδονή, δίνει πίσω στον Οδυσσέα τους συντρόφους του. Παίρνει με λίγα λόγια πάλι το ραβδί της και τους κάνει ανθρώπους, εργάτες και συντρόφους του πολυμήχανου. Ύστερα ξεκινούν και συνεχίζουν το ταξίδι τους προς την Ιθάκη*. Πρόκειται για εκείνες τις στιγμές που η αλληγορία είναι διδασκαλικότερη και πραγματικότερη από τη φαινομενική -και συνάμα απατηλή- πραγματικότητα μιας φιλολογικής ανάλυσης.

Δυστυχώς δεν έπεσε μόνο ο Όμηρος στο λάκκο της τέχνης. Ολόκληρο το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα εγκλωβίζεται στις φυλακές της τέχνης και των εξειδικευμένων επιστημών. Λείπει ο καθαρός συλλογισμός, λείπει η αφαιρετική σκέψη, λείπει το κριτικό πνεύμα. Έτσι μονόχνοτα δε χτίζεται μια ανθρώπινη ύπαρξη. Γι αυτό εξάλλου και ο πρόλογος του παρόντος έργου τελείωσε με μια ευχή για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Δε φτάνει να περιμένουμε και να ελπίζουμε. Οφείλουμε να γκρεμίζουμε και να χτίζουμε με τα ίδια μας τα χέρια...

___________________

* πρβ. Δ.Λιαντίνη «Γκέμμα», κεφ. «Κατά Κίρκην».