Συγγραφή: Παναγιώτης Πέρρος
Μ.Δ.Ε. Ηθικής Φιλοσοφίας Παν/μίου Αθηνών
[κατεβάστε/εκτυπώστε το άρθρο σε word]
Η ανθρώπινη φιλοσοφική ιστορία κατά τους τελευταίους αιώνες διανύει δυο σημαντικότατα ορόσημα. Την έξαρση των δοξασιών και των δογμάτων του Μεσαίωνα θα έλθει να υπερνικήσει η απεριόριστη εμπιστοσύνη στη λογική ικανότητα του ανθρώπου. Αυτό είναι το ένα ορόσημο και εκδηλώνεται αφενός με την περίοδο της Αναγέννησης, την οποία έχουμε ταυτίσει κατά κύριο λόγο με την πρωτοφανή ακμή της τέχνης, και αφετέρου με τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, ή αλλιώς τον Αιώνα της Λογικής όπως θα τον ονομάσουν. Το ορόσημο αυτό της απεριόριστης εμπιστοσύνης στις δυνάμεις της ανθρώπινης λογικής θα δημιουργήσει στη φιλοσοφική ιστορία το ρεύμα της νεωτερικότητας, ή αλλιώς του μοντερνισμού. Εδώ πλέον απομακρυνόμαστε από δόγματα και αυθεντίες. Ο νεωτερικός φιλόσοφος αποδέχεται ως αληθινό μονάχα ό,τι παρουσιάζεται με τρόπο πειστικό στη σκέψη του. Το γνωστό «σκέφτομαι άρα υπάρχω» του Καρτέσιου γίνεται σήμα κατατεθέν της νέας αυτής εποχής. Παιδεία, πολιτική, οικονομία, κοινωνία και ανθρωπογνωσία βρίσκονται στο επίκεντρο του φιλοσοφικού στοχασμού. Βολτέρος, Ρουσσώ, Εγκυκλοπαιδιστές, Άνταμ Σμιθ και Τσεζάρε Μπεκαρία θα αλλάξουν όχι μόνο τον τρόπο της σκέψης, αλλά θα λύσουν και πρακτικά προβλήματα σε ακανθώδεις τομείς όπως η οικονομία, το εκπαιδευτικό σύστημα, τα κοινωνικά δικαιώματα και ακόμα περισσότερα.
Οι θετικές επιστήμες και τα μαθηματικά αρχίζουν και βρίσκονται στο επίκεντρο. Ο άνθρωπος πλέον εδραιώνει τη βαθιά πεποίθηση ότι η λογική του και η ορθολογιστική επιστημονική μέθοδος είναι εκείνα που θα του αποκαλύψουν τη φύση και τους πολύπλοκους νόμους της. Οι θετικές επιστήμες γνωρίζουν ιδιαίτερη άνθιση και οι πρώτοι τεχνοκράτες της νέας αυτής εποχής κάνουν την εμφάνισή τους. Ήδη από τον 17ο αιώνα ο Νεύτων είχε δημοσιεύσει τις έρευνές του περί κινήσεως και βαρύτητας θέτοντας ισχυρά θεμέλια στην κραταιά μορφή αιτιοκρατίας, πράγμα που θα φτάσει στα άκρα μερικές δεκαετίες αργότερα ο Laplace με τον παροιμιώδη του δαίμονα:
«Έστω ότι υπήρχε μια διάνοια που θα μπορούσε σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή να γνωρίζει όλες τις δυνάμεις που θέτουν σε κίνηση τη φύση, καθώς και όλες τις θέσεις όλων των αντικειμένων από τα οποία η φύση αποτελείται. Εάν αυτή η διάνοια μπορούσε να καταθέσει όλα αυτά τα δεδομένα προς ανάλυση, τότε θα ήταν δυνατή η σύνθεση ενός και μόνο μαθηματικού τύπου που θα περιελάμβανε όλες τις κινήσεις των μεγαλύτερων σωμάτων του σύμπαντος, καθώς και τις κινήσεις ακόμα και του ελάχιστου ατόμου. Για μια τέτοια διάνοια τίποτα δεν θα ήταν αβέβαιο και το μέλλον, όπως ακριβώς και το παρελθόν, θα ξεδιπλωνόταν με ακρίβεια μπροστά στα μάτια του.» (Laplace, 1812)
Αυτή η «διάνοια» του Laplace έμεινε στην ιστορία ως «Δαίμων του Laplace», ένας δαίμων που έχει σαν κύριο μέλημά του τη διατήρηση της παντοκρατορίας της λογικής και του άρρηκτου σχήματος ατίου-αποτελέσματος στις υψηλότερες αξιολογικές βαθμίδες των επιστημών. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Κάθε αποτέλεσμα έχει και μια αιτία, είτε εμείς είμαστε σε θέση να τη γνωρίζουμε είτε όχι. Ο Laplace και η άκρατη αυτή μορφή νεωτερικότητας που εισάγει θα λέγαμε ότι θυμίζει τους πρώτους Ίωνες κοσμολόγους που προσπαθούσαν να πείσουν τον κόσμο με λογικά επιχειρήματα και με φιλοσοφική μέθοδο ότι η γη δεν στηρίζεται στους θεούς, ότι η ανθρώπινη ζωή δεν εξελίσσεται μέσω μυστηριακών οδών και αυθαίρετων μεταφυσικών υποθέσεων. Ο Καρτέσιος άλλωστε θα διατυπώσει πως μόνο για ένα πράγμα είναι σίγουρος, το ότι είναι ένα πράγμα που σκέπτεται (Descartes, 1641). Μπορεί όλα να του φαίνονται γύρω του απατηλά, να μην μπορεί ακόμα και να ξεχωρίσει την κατάσταση ύπνου από την κατάσταση ξύπνιου, αλλά ένα είναι σίγουρο και αυτό που τον κάνει να έχει έναν δεδομένο βαθμό αυτογνωσίας: το ότι σκέφτεται, το ότι έχει λογική, το ότι μπορεί να διακρίνει τη λογική συνάφεια των πραγμάτων πίσω από τους μηχανισμούς της φύσης.
Η ιστορική αυτή στροφή της φιλοσοφίας και πάλι όμως δεν ήταν ικανή να ηρεμήσει το ανθρώπινο πνεύμα. Πώς θα ήταν δυνατό άλλωστε να βαλτώσει αυτοστιγμεί η ανθρώπινη στοχαστική ανάγκη. Εδώ ερχόμαστε λοιπόν στο δεύτερο μεγάλο φιλοσοφικό ορόσημο των τελευταίων αιώνων, το ρεύμα υπέρβασης της Νεωτερικότητας, του Μοντερνισμού, και το λυκαυγές της Μετανεωτερικότητας, ή αλλιώς, του Μεταμοντερνισμού. Πρόδρομοι αυτού του ρεύματος μπορούν να χαρακτηριστούν σε γενικές γραμμές σημαντικοί Υπαρξιστές Φιλόσοφοι όπως ο εισηγητής του υπαρξισμού Κιρκεγκωρ και ο πολύς Νίτσε. Ο Κίρκεγκωρ θα μας πει ότι η αλήθεια τελικά δε βρίσκεται στον άκρατο ορθολογισμό αλλά στην εσωτερικότητα του ανθρώπου. Η εσωτερικότητα, η υποκειμενικότητα είναι η μόνη αλήθεια (Kierkegaard, 1846), εκείνη η ουσιαστική αλήθεια στο βωμό της οποίας αξίζει κανείς να θυσιάσει την ανθρώπινή του ύπαρξη. Ο Νίτσε μερικά χρόνια αργότερα θα εισάγει αγωνιωδώς και γεμάτος πάθος την ανάγκη να περάσει πλέον ο άνθρωπος από το γεφύρι που θα τον οδηγήσει στον Υπεράνθρωπο (Nietzsche, 1885), όπως κάποτε πέρασε το γεφύρι από τη ζωώδη κατάσταση στην ανθρώπινη. Η λογική θα πρέπει πλέον να ξεπεραστεί και το φαινόμενο της ζωής να αντιμετωπιστεί με μια διαφορετική ματιά, εκείνη του φιλοσόφου της υπερβάσεως της παραδεδομένης και περιορισμένων δυνατοτήτων ορθολογιστικής φιλοσοφίας.
Μετά λοιπόν από αυτές τις σπερματικές διατυπώσεις μεταμοντερνισμού, φτάνουμε στον 20 αιώνα όπου και πάλι οι θετικές επιστήμες θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο. Οι θεωρίες της κβαντικής απροσδιοριστίας από τους Χάιζενμπεργκ και Σρέντιγκερ θα καταφέρουν ισχυρότατο πλήγμα στην κραταιά μέχρι τότε αιτιοκρατία: Υπάρχει και ο παράγων του αναίτιου λοιπόν στον κόσμο και πιο συγκεκριμένα, στο θεμελιώδες στοιχείο του, τον μικρόκοσμο. Δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν επομένως να υπήρχε ο δαίμων του Laplace που θα γνώριζε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή όλες τις κινήσεις των σωμάτων του κόσμου, αφού σε κβαντικό επίπεδο αποδείχθηκε πειραματικά η απροσδιοριστία, η τυχαιότητα των κινήσεων των υποατομικών σωματιδίων (Heisenberg, 1927).
Οι νέες εξελίξεις λοιπόν στις θετικές επιστήμες, οι υπαρξιστικές ιδέες, καθώς και οι μεγάλες αναταράξεις και απογοητεύσεις που προέκυψαν από τους απανωτούς παγκοσμίους πολέμους, κλόνισαν την μέχρι τούδε απεριόριστη εμπιστοσύνη στη λογική ικανότητα του ανθρώπου. Τώρα σηματοδοτείται ο μεταμοντερνισμός, ο οποίος και εισάγει τον λόγο και τη λογική σε πιο χαλαρά πλαίσια εξαρτώντας τα από ποικίλους παράγοντες που τα διαμορφώνουν. Τέτοιοι είναι ο τόπος, ο χρόνος και οι εκάστοτε κοινωνικές ανάγκες. Το φιλοσοφικό ρεύμα του μεταμοντερνισμού θα κυλίσει σε όλους τους φιλοσοφικούς κλάδους. Ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας υποβαθμίζεται και αυτό γίνεται καθόλα φανερό στον δυναμικά αναδυόμενο κλάδο της Οικολογικής Ηθικής όπου τονίζεται ότι πλέον πρέπει να προβληματιζόμαστε πάνω στα δικαιώματα ενός βράχου ή μιας κότας (Rolston, 1991) βλέποντας τον κόσμο μέσα από τα μάτια του Οικοσυστήματος χωρίς να το περνάμε από το άλεσμα της ανθρώπινης αξιολόγησης. Ο άνθρωπος δεν είναι το κέντρο του σύμπαντος, δεν είναι το κέντρο του κόσμου. Πόσο μάλλον η λογική του δεν είναι παντοδύναμη. Πάνω σε αυτό το σημείο, ο ύστερος υπαρξιστής φιλόσοφος Σαρτρ θα παρατηρήσει ότι τα πράγματα δε μπορούν να διαλυθούν μέσα στη συνείδηση (Sartre, 1939) και πως ο άνθρωπος και η λογική του νοούνται μόνο μέσα στα σχετικά πλαίσια του κόσμου. Τον άνθρωπο, διατυπώνει ο Σαρτρ, δεν θα τον βρεις αποκομμένο και χαμένο σε κάποιο σημείο της ύπαρξης, αλλά μόνο σαν άνθρωπο μέσα στον κόσμο και τα πράγματα που τον περιβάλλουν. Επομένως τώρα το ρητό του Καρτεσίου μετασχηματίζεται: Δεν πρέπει να αποδέχομαι μονάχα ότι παρουσιάζεται με τρόπο πειστικό στη σκέψη μου. Η λογική δεν είναι πλέον ο απόλυτος οδηγός κατάκτησης της αλήθειας. Πόσο μάλλον όταν και η ίδια η αιτιοκρατία κλονίζεται από την αβεβαιότητα της απροσδιοριστίας.
Ας εξειδικεύσουμε όμως, μελετώντας έναν σύγχρονο μετανεωτερικό φιλόσοφο, τον Gianni Vattimo.
Gianni Vattimo – Η «Αδύναμη Σκέψη»
Πνευματικό τέκνο του Nietzsche & του Heidegger , του Pareyson και αργότερα του Gadamer, ο Gianni Vattimo γεννήθηκε στο Τορίνο το 1936. Από το 1964 διδάσκει θεωρητική Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, όπου και έχει την ιδιότητα του Προέδρου του σώματος καθηγητών των γραμμάτων. Οι θέσεις του Vattimo είναι διάχυτες και πολύπτυχες με αλληγορικά νοήματα και πολυσημίες στην Ιταλική φιλοσοφική διανόηση, προκαλώντας την πολεμική πολλών νεοδιαφωτιστικών τάσεων και κινητοποιήσεων. Η φιλοσοφία του κινείται κυριότατα γύρω από τον άξονα υπέρβασης του Μοντερνισμού θεωρώντας τον ανεπαρκή για να στηρίξει τη νέα κοινωνική, φιλοσοφική και επιστημονική πολύπλευρη διάσταση της νέας εποχής (Vattimo, 1985).
Για πολύ καιρό ασχολείται με τη λεγόμενη Αδύναμη Σκέψη, μια συγκεκριμένη μορφή σκέψης που χαρακτηρίζεται από μια βαθιά εδραιωμένη επανεξέταση όλων των Εννοιών που υπηρέτησαν ως στηρίγματα του δυτικού πολιτισμού σε κάθε πτυχή του Πνεύματος. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, οι παραδοσιακές αξίες έγιναν τέτοιες μόνο εξαιτίας συγκεκριμένων ιστορικών συνθηκών που δεν υπάρχουν πλέον. Γι αυτό το λόγο τίθεται υπό αμφισβήτηση η αλήθεια που πρεσβεύουν. Στη βάση της η Αδύναμη Σκέψη έχει το σκεπτικό ότι η νόηση δεν είναι ικανή να γνωρίζει την κατάσταση του όντος και γι αυτό δε μπορεί ακόμα να καθορίζει αξίες αντικειμενικά ισχύουσες για όλους τους ανθρώπους (Vattimo, Rovatti, 1983). Σύμφωνα με τον Vattimo λοιπόν, το βασικό αντικείμενο της Φιλοσοφίας δεν είναι αυτό της αναζήτησης της αλήθειας, αλλά το να τονίζει τις σοβαρές συνέπειες της εποχιακής κρίσης και των νέων δεδομένων της παγκοσμιοποίησης.
Ο Vattimo επιτίθεται με μεγάλη σφοδρότητα στις φιλοσοφίες εκείνες που προϋποθέτουν ως βάση τον Διαφωτισμό, το Λογοκεντρισμό, το Μαρξισμό, τον Απολυταρχισμό των σύγχρονων κοινωνιών και συνολικά ενάντια στη θεωρούμενη ως "Ισχυρή Σκέψη". Αναγγέλλει τον ερχομό μιας νέας εποχής που θα κυβερνάται από την "Αδύναμη Σκέψη", η οποία δεν είναι ούτε επιθετική ούτε έχει χαρακτήρα διαμαρτυρίας, αλλά κατευθύνεται κατευθείαν στην ουσία με σεβασμό στις ιστορικές αξίες που έχουμε κληρονομήσει. Η Αδύναμη Σκέψη θα κυβερνάται από την πραγμάτωση του Υποκειμένου το οποίο δεν είναι ούτε εντελώς ανεξάρτητο αλλά ούτε υποτελές στη λογική αυτοσυνειδησία, αλλά πολυδιάστατο. Είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι ο Vattimo υποστηρίζει μια μηδενιστική θέση ή οποία δεν είναι ριζοσπαστική αλλά ήπιας μορφής και διατεθειμένη να ανακαλύψει τα ίχνη των παραδοσιακών αξιών. Προφανώς, η θεώρηση της ιστορίας σαν μια διαρκή ανανέωση και μια πορεία με λογική συνέχεια ακυρώνεται. Για να γίνει περισσότερο κατανοητό, ο μεταμοντέρνος κατακερματισμός της σύγχρονης εποχής αναγγέλλεται ως το "Τέλος της Ιστορίας" (Vattimo, 1985).
Η κρίση των θεμελιωδών θεωριών έχει κλονίσει την ίδια την αντίληψη της αλήθειας: Η απόδειξη που ήταν ξεκάθαρη και ευδιάκριτη τώρα έχει συσκοτιστεί. Η Φιλοσοφία, στις πιο αυθεντικές της θεωρήσεις, από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Καντ, είναι πρωταρχική μορφή γνώσης. Με το Nietzsche και τον Heidegger η ιδέα της Φιλοσοφίας σαν θεμελιώδης γνώση έχει αποδυναμωθεί για τους εξής λόγους:
1) Ο κόσμος της γνώσης έχει γίνει τόσο πολύπλοκος ώστε η ύπαρξη μιας επιστήμης που θα συγκρατεί όλες τις άλλες είναι αδύνατη.
2) Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας μας φέρνουν πιο κοντά με άλλους πολιτισμούς και γίνεται ολοένα και δυσκολότερο να περιοριστούν όλα σε ένα καλούπι.
3) Η απόδειξη δεν πρέπει να θεωρείται ως ένδειξη αλήθειας, καθώς πολλές φορές είναι αποκύημα κοινωνικών πιέσεων, συμβάσεων και γλωσσικών παιχνιδιών.
Ο φιλόσοφος από το Τορίνο είναι πεπεισμένος ότι η σύγχρονη φιλοσοφία, ακολουθώντας το Νίτσε και το μηδενισμό, παρουσιάζει τον εαυτό της σαν σκέψη δίχως θεμελιακούς κανόνες και δίχως να στηρίζεται στις σταθερές βάσεις της Μεταφυσικής και της Καρτεσιανής βεβαιότητας. Η περίοδος των ισχυρών συστημάτων και ιδεολογιών έχει οδηγήσει σε μια εποχή ασθενών οικοδομημάτων. Η Αιτία δεν κατέχει πλέον κεντρικό ρόλο, σα να έχει χάσει τη δύναμή της, σα να έχει εισέλθει μια σκοτεινή ζώνη, σα να έχει πάθει έκλειψη. Εδώ βέβαια παρατηρούμε στον Vattimo την επιρροή που του έχουν ασκήσει οι πρόσφατες ανακαλύψεις των θετικών επιστημών και της κβαντομηχανικής που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Η ιδέα της Αδύναμης Σκέψης είναι χτισμένη στο σκεπτικό ότι ο άνθρωπος ερμηνεύει τον κόσμο με ασταθείς και υποκειμενικούς γλωσσικούς ορίζοντες. Αυτό τονίζεται ιδιαίτερα υπό το πρίσμα της ρήσεως του σημαντικότερου ίσως εκπροσώπου της Αναλυτικής Φιλοσοφίας, του Βιτγκενστάιν: «Τα όρια του κόσμου μου είναι τα όρια της γλώσσας μου» (Wittgenstein, 1921).
Υπό το φως αυτών των προϋποθέσεων, εκείνο που καταστρέφεται είναι:
1) Τα βέβαια ισχυρά θεμέλια
2) Την ιδέα μιας συνολικής αντίληψης του κόσμου
3) Την ιδέα μιας βέβαιης αλήθειας
Αδύναμη Σκέψη λοιπόν κοντολογίς σημαίνει ότι η θεμελιώδης θεώρηση της Φιλοσοφίας έχει καταναλώσει τον ίδιο της τον εαυτό, τα απόλυτά της θεμέλια, τις αναντίρρητες αρχές, τα καθαρά και σαφέστατα πορίσματα, τις απόλυτες αξίες, την πρωταρχικότητα της απόδειξης και των αναπόφευκτων νόμων της ιστορίας. Έτσι λοιπόν συνειδητοποιούμε μια απώλεια και μια αποκήρυξη: αποκήρυξη των βάσεων που υπήρξαν βέβαιες και σταθερές. Τέτοια αποκήρυξη είναι επίσης η εγκατάλειψη μιας υποχρέωσης, ο παραμερισμός ενός εμποδίου. Η Αδύναμη σκέψη παρουσιάζεται τώρα ως αντικαταστάτρια των δογμάτων του παρελθόντος. Στο παρόν δίνει έμφαση σε εκείνους τους τομείς της ανθρώπινης εμπειρίας που καταπατήθηκαν από τις ολοκληρωτικές απόψεις. Στο μέλλον θα υπηρετήσει την απεμπόληση της βίας και τη δημιουργία ενός χώρου κοντινότερου στην αλήθεια, την ανεκτικότητα, και τις αρμονικές διακρατικές σχέσεις. Εδώ είναι που ο Vattimo αποκαλύπτει τον βαθύτατο πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα της θεωρίας της Αδύναμης Σκέψης.
O Vattimo, με την έκφραση "Αδύνατη Σκέψη" έχει ορίσει τις φιλοσοφικές του θέσεις, παρά το γεγονός ότι στα τελευταία χρόνια προτιμά να τις προσδιορίζει με τον όρο "Ερμηνευτική". Αυτός είναι ο μεταμοντέρνος φιλοσοφικός πολιτισμός που προέρχεται από την κληρονομιά του Νίτσε και του Χάιντεγγερ, ο οποίος και βρήκε πρόσφορο καταφύγιο και περισσότερο βάθος στον Gadamer, τον Ricoeur, τον Rorty, και τον Derrida. O Vattimo, υποστηρικτής της "Ερμηνευτικής" του σήμερα και επηρεασμένος βαθύτατα από τη σκέψη του Χάιντεγκερ και του Νίτσε, διατείνεται πως η υπέρβαση της Φιλοσοφίας οδηγεί στην Ηθική της Ερμηνείας. Η Φιλοσοφία γίνεται Αδύναμη Σκέψη επειδή εγκαταλείπει τον θεμελιώδη ρόλο της. Επιπλέον η αλήθεια παύει να είναι προσκολλημένη στη σκέψη της πραγματικότητας και θεωρείται σαν συνεχής ερμηνεία. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που αντιτίθενται στις μυθοπλασίες της θεμελιώδους Φιλοσοφίας, αλλά ο σημαντικότερος όλων δόθηκε από την Ερμηνευτική που θεωρεί άμεση τη σχέση μεταξύ γλώσσας και ύπαρξης. Το να υπάρχεις σημαίνει το να ζεις σε σχέση με τον κόσμο και αυτή η σχέση είναι δυνατή μέσω μιας γλώσσας που είναι διαθέσιμη σε εμάς. Τα πράγματα μεγαλώνουν στην ύπαρξη μόνο μέσα στους γλωσσολογικούς ορίζοντες, οι οποίοι δεν είναι αιώνιοι αλλά τροποποιημένοι ιστορικά. Ακόμα και η γλώσσα δεν αποτελεί αιώνια κατασκευή. Ο άνθρωπος έχει τοποθετηθεί μέσα σε αυτούς τους γλωσσολογικούς ορίζοντες, διαβάζει και ερμηνεύει την ύπαρξη και σχετίζεται με αυτούς. Ο άνθρωπος πάντοτε ρίπτεται μέσα σε ένα κόσμο, μια γλώσσα, έναν πολιτισμό που φέρεται να έχει κληρονομήσει. Ο άνθρωπος ανοίγει τον εαυτό του στον κόσμο με τη γλώσσα που χρησιμοποιεί. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος έρχεται σε επαφή με την πολυπλοκότητα των προοπτικών και τον πολιτισμικών στερεωμάτων. Αφού η Αδύναμη Σκέψη είναι το τέλος της σταθερής δομής της ύπαρξης, είναι επίσης το τέλος της προσπάθειας για αναγγελία της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας του Θεού. Η φράση του Νίτσε "Ο Θεός πέθανε" σημαίνει για τον Vattimo το τέλος κάθε μεταφυσικής αναζήτησης που σκοπεύει να μας δώσει αλήθειες τέλειες και καθορισμένες. Η αλήθεια γίνεται πλέον η μεταβίβαση μιας γλωσσικής και ιστορικής κληρονομιάς ή οποία αποδίδει το πιθανό και δίνει ένα προσανατολισμό στην αντίληψη του κόσμου. Κοντολογίς, ο μοντερνισμός βλέπει την ιστορία σαν πρόοδο που καθοδηγείται από κανόνες προορισμένους να ξεπεραστούν. Αλλά αν για τον μοντερνισμό η ιστορία είναι πρόοδος, μια πορεία συνεχών μεταπηδήσεων, τότε η Αδύναμη Σκέψη είναι ο μεταμοντερνισμός και το τέλος της ιστορίας. Ο μεταμοντερνισμός του Lyotard ανήκει στο τέλος της χιλιετίας και χαρακτηρίζεται από ανεπάρκεια μεγάλων ιδεολογιών (όπως ο Διαφωτισμός, ο Ιδεαλισμός, ο Μαρξισμός) οι οποίες και διαμόρφωσαν μια ευρύτερη κοινωνική αντίληψη και επαναστατικές ουτοπίες (Lyotard, 1979). Είναι η αποστολή του Φιλοσόφου που αντιμετωπίζεται ριζικά διαφορετικά, αναζητώντας τα κριτήρια που θα θεσπίσουν κοινωνικές αξίες που δε θα έχουν την προδιάθεση να γίνουν παγκόσμιες. Το τέλος του μοντερνισμού σηματοδοτεί μια περίοδο βασισμένη στην ανεκτικότητα και την προσοχή σε εκείνα τα πράγματα που τα δυνατά φώτα της ιστορίας και της αιτιότητας δεν κατάφεραν ποτέ να διασαφηνίσουν. Είναι εκείνη η περίοδος που ξεκινά την ανοιχτή επικοινωνία με άλλους πολιτισμούς και χαρακτηρίζεται από ένα περισσότερο ειρηνικό και ανεκτικό ύφος σχετικά με την ανθρώπινη συνύπαρξη.
Διάλογος με το Νίτσε και μετανεωτερικές προτάσεις αντίληψης του κόσμου
Σκοπός του Vattimo με αυτόν το διάλογο (Vattimo, 1961-2000) είναι να κάνει μια ανασκόπηση της προσωπικής πορείας και των έργων του Γερμανού Φιλοσόφου, του οποίου κεντρική θεώρηση αποτελεί η κριτική αντίθεση σε όλες τις "Κοσμοθεωρίες" ("Weltanschauung"). Ο Richard Rorty έχει προσδιορίσει το Vattimo σαν ένα ειρωνικό φιλόσοφο. Η Αδύναμη Σκέψη του Vattimo αντιπροσωπεύει όχι μόνο μια de facto αποδοχή του τέλους της δυτικής Μεταφυσικής -η οποία τροφοδοτήθηκε με τα έργα του Νίτσε- αλλά επίσης προωθεί ιδιαιτέρως τη Μεταμοντέρνα Φιλοσοφία. Το να έχεις ένα διάλογο με τον Νίτσε σημαίνει, περισσότερο από όλα τα άλλα, να συνειδητοποιήσεις τη σημαντικότητα του στοχασμού του και το πόσο βαθιά επηρέασε τις φιλοσοφικές αντιλήψεις του τελευταίου αιώνα. Ο Vattimo σκοπεύει με το διάλογο αυτό να επαναφέρει στο προσκήνιο ένα ταξίδι προσέγγισης των έργων του Νίτσε και παράλληλα να παρουσιάσει την ερμηνεία μιας Φιλοσοφίας που συχνά πραγματεύεται εσφαλμένα και καταντά να αντιμετωπίζεται ως μύθος. Μια ικανοποιητική αποκρυπτογράφηση της σκέψης του Νίτσε πρέπει να ξεκινήσει με την έννοια της εγκοσμιότητας. Ο «αναρχικός ανθρωπισμός» του Γερμανού φιλοσόφου έχει τις ρίζες του στην ανεύρεση της στέρεας δομής μέσα στα πλαίσια της οποίας δραστηριοποιείται η Ύπαρξη. Ο άνθρωπος είναι φυλακισμένος από το παρελθόν και το δογματισμό μιας ιστορίας που βαραίνει επικίνδυνα πάνω στη ζωή, περιορίζοντας ή αναστέλλοντας την πρόσβαση στη μοναδική μορφή ελευθερίας: τη δημιουργία της στιγμής, την αποτελεσματική αντίληψη του παρόντος. Η τελολογία κάνει τον άνθρωπο να παραλύει από φόβο μπροστά στην ανασφάλεια. Η ιστορία της δυτικής Μεταφυσικής δεν είναι τίποτα άλλο από μια συνεχής προσπάθεια εκδίκησης της βούλησης. Η γνώση που ο άνθρωπος έχει δημιουργήσει και έχει αναζητήσει δεν είναι τίποτα άλλο από την αλαζονεία ενός ηττημένου.
Ο Vattimo τονίζει ότι ο μηδενισμός του Νίτσε και η υπερνίκησή του είναι στιγμές τόσο κοντινές που σχεδόν συμπίπτουν. Ο μηδενισμός ενέχεται στην ισοπέδωση όλων των ψεύτικων αξιών που διέπουν τον κόσμο. Η υπερνίκησή του στην κατατρόπωση της ανθρώπινης αντίληψης ότι ο μηδενισμός αποτελεί μια μορφή ιστορικής εξέλιξης. Η ιστορική πορεία του κόσμου κατά το Νίτσε δε μπορεί να έχει μια ευθύγραμμη κίνηση. Το παρελθόν θα συγκρουόταν με το μέλλον και η ηττημένη βούληση θα συνέχιζε τη μάταια αναζήτηση του είναι μέσα στην περιοχή της κεκτημένης γνώσης, είτε πρόκειται για θρησκεία, είτε για ηθική, είτε για καθαρά γνωστικό επίπεδο. Μόνο η αντίληψη του χρόνου σαν κυκλική κίνηση μπορεί να εκμηδενίσει το πνεύμα της εκδικητικότητας. Το παρελθόν και το μέλλον συγχωνεύονται συνεχώς στο στιγμιαίο, στην άπειρη εκείνη στιγμή της δημιουργίας η οποία προσδιορίζει τις διακυμάνσεις της αιωνιότητας. Ο Vattimo υπενθυμίζει ότι κεντρικότατο σημείο της φιλοσοφίας του Νίτσε είναι η κάθετη αντίθεσή του σε κάθε "Κοσμοθεώρηση" ("Weltanschauung"). Δε χρειάζεται να περιορίσει κανείς τον εαυτό του για να παρατηρήσει τον κόσμο και να αναζητήσει την αλήθεια, αλλά πρέπει να είναι ικανός να ξεπερνά τις τυπικές συμβάσεις, οι οποίες, ξεκινώντας από τη γλώσσα, οδηγούν κατευθείαν προς μια επισφαλή μορφή γνώσης που θα είναι σίγουρα παραπλανητική. Αν η φιλοσοφία έγινε παραμύθι, τότε και ο Νίτσε έχει γίνει μάγος.
Η μελέτη πάνω στον φιλόλογο Νίτσε επιτρέπει μια εναργέστερη προσέγγιση των πιο ώριμων έργων του. Ερευνώντας το ντετερμινιστικό κριτήριο του "ιστορισμού" ο Γερμανός φιλόσοφος συμπεραίνει με αφαιρετικό τρόπο την αναγκαιότητα μιας αλήθειας όχι συνδεδεμένης με τα αντικειμενικά δεδομένα, αλλά συμπεριλαμβανόμενης σε εκείνον τον ανοιχτό ορίζοντα που περιέχει τη συνεχή ροή της ύπαρξης. Γι αυτό το λόγο ο Vattimo υποστηρίζει τη σημαντικότητα της ερμηνευτικής άποψης του Νίτσε. Εάν, για τον Heidegger, τα έργα του Νίτσε αντιπροσωπεύουν το τέλειο πόρισμα της παραδοσιακής μεταφυσικής, είναι περισσότερο δόκιμο σύμφωνα με τον Vattimo να δοθεί έμφαση στις μεταμοντέρνες θεωρήσεις της σκέψης του Γερμανού Φιλοσόφου. Κυριότερα πρέπει να τονιστεί η θεώρηση της ερμηνευτικής πράξης σαν την πιο απτή απόδειξη αυτού του μηδενισμού που οι σύγχρονες ερμηνευτικές, συνειδητά ή μη, κουβαλούν μέσα τους.
Οι Αππολώνειοι και οι Διονυσιακοί στο νιτσεϊκό έργο δεν αντιμετωπίζονται μόνο σαν αντίθετοι πόλοι της μορφής και της ύπαρξης, αλλά σαν αληθινές ιστορικές στιγμές μέσα από τις οποίες ο άνθρωπος, μέσα από ένα συμβολισμό, ακολούθησε το δικό του υπαρξιακό μονοπάτι που προσδιοριζόταν από ψέματα και υπερβολές. Η αποφυγή της νόθευσης σημαίνει επομένως να εκθέτει κάποιος τον εαυτό του σε μια πραγματικότητα ουσιαστικά ερμηνευτική. Το αδύναμο σημείο του Υπερανθρώπου πρέπει επιτέλους να ανακαλυφθεί. Ο Υπεράνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίσει κατάματα την Ερμηνευτική και την Αδύναμη Σκέψη.
Καθώς φαίνεται, το υποκείμενο, το άτομο, έχει ριφθεί εντός του κόσμου (για να χρησιμοποιήσουμε μια τυπική ορολογία του Heidegger) και γι αυτό η τελειότητα της κατάστασής του έγκειται στην κατανόηση της σχετικότητας του κόσμου. Για να πλησιάσει κανείς το είναι, την ουσία δηλαδή, ο ιδανικότερος τρόπος είναι να απομακρυνθεί λίγο ώστε να μπορέσει να το κοιτάξει καλύτερα: με λίγα λόγια να το αφουγκραστεί.
Με τον Gianni Vattimo τα θεωρητικά θεμέλια του μεταμοντερνισμού εμπλουτίζονται με νέες προτάσεις, με νέες προοπτικές. Το τέλος της παντοκρατορίας του λόγου έφτασε, η οικοδόμηση μιας πιο ανθρώπινης, απρόβλεπτης και συναρπαστικής εποχής μόλις αρχίζει. Για πρώτη φορά στην ιστορία της νεότερης Φιλοσοφίας κάτι τόσο «Αδύναμο» όσο ο στοχασμός του Vattimo κλονίζει κάτι τόσο ισχυρό, όσο τα αιτιοκρατικά δεδομένα της παραδεδομένης νεωτερικής φιλοσοφίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
• Kierkegaard, S. (1846) - "Unwissenschaftlische Nachschrift" εκδ. Eugen Diederichs σ.195
• Descartes, R. (1641) “Meditationes de Prima Philosophia” Reclam Philipp Jun (1986), Germany
• Laplace, P. S. (1812) «Théorie Analytique des Probabilités» μτφρ (1996) «A Philosophical Essay on Probabilities» Dover Publications, UK
• Nietzsche, F. (1885) “Also sprach Zarathustra”, μτφρ: “Thus Spoke Zarathustra” (1999) Dover Publications, UK
• Heisenberg, W. (1927) “Über den anschaulichen Inhalt der quantentheoretischen Kinematik und Mechanik, Zeitschrift für Physik”, 43 1927, pp 172-198. Engl. transl.: J. A. Wheeler and H. Zurek, “Quantum Theory and Measurement” Princeton Univ. Press, 1983, pp. 62-84
• Rolston, H. (1991) "Environmental Ethics: Values in and Duties to the Natural World" Published in: The Broken Circle: Ecology, Economics, Ethics. F. Herbert Bormann and Stephen R. Kellert, Eds. Yale University Press, New Haven
• Sartre, J. P. (1939) «Μια βασική ιδέα της φαινομενολογίας του Husserl» εκδ. Αρσενίδη, μτφρ. Σταματίου, σς. 245-249
• Vattimo, G., Rovatti, P.A., (1983) "Pensiero debole," or, Avoiding the traps of modernity?» (CHS occasional papers) Center for Humanistic Studies, University of Minnesota (1987) USA
• Vattimo, G. (1985) “The End of Modernity : Nihilism and Hermeneutics in Postmodern Culture (Parallax: Re-visions of Culture and Society)” The Johns Hopkins University Press (1991) Reprint edition
• Vattimo, G. (1961-2000) “Dialogue with Nietzsche : Essays, 1961-2000 (European Perspectives: A Series in Social Thought and Cultural Criticism)” Columbia University Press
• Wittgenstein, L. (1921) "Tractatus Logico - Philosophicus", μτφρ Κιτσόπουλος, Θ. (1978), Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα
• Lyotard, J.F., (1979) "The Postmodern Condition: A Report on Knowledge (Theory and History of Literature)" University of Minnesota Press (1984) USA