ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ - ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Συγγραφέας άρθρου: Δρ. Αναστασία Τσώνη
Η πρωτοτυπία ενός ποιητή είναι μια σύνθεση των διαφορών του από τους άλλους του καιρού του ή του έθνους ή μάλλον της γλώσσας του. Διαφορές ανομοιότυπες, αντιθέσεις και ιδιοτροπίες συνθέτουν την πρωτοτυπία μας και το ύφος μας. Πράγματι, ο Σικελιανός είναι μια χτυπητή σύνθεση από τα στοιχεία του είδους αυτού. Πρόκειται για τον ποιητή φιλόσοφο που δεν άφησε καμιά πνευματική μορφή ασυγκίνητη μπρος στη μεγάλη ποιητική ανθολογία του.
Εύστοχα ο Κ. Παλαμάς τον θεωρεί περισσότερο φιλόσοφο παρά ποιητή, αν με τον όρο φιλοσοφία εννοήσουμε όχι τόσο την αγωνιώδη έρευνα της αλήθειας αλλά την κάλυψη μιας σφαιρικής κοσμοθεωρίας.
Ο Σικελιανός λοιπόν, ως ποιητής φιλόσοφος, έχει συναίσθηση του ρόλου του ως τέτοιου απέναντι στον κόσμο και παράλληλα βιωμένη την αλήθεια για το ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος του κάθε πνευματικού ανθρώπου γενικά και ειδικά του ποιητή.
Κάθε ποιητής που είναι άξιος του ονόματός του, φέρνει μαζί του κάποια δόση μοίρας μεταφυσικής και ψυχικής, μιας κάποιας περιουσίας κληρονομικότητας στην πιο πλατιά και πιο βαθειά έννοια που αυτή αποφασίζει κατά βάθος για την όλη δημιουργική παραγωγή και συμβολή και που μ’αυτή στο τέλος λογαριάζεται ο κάθε αληθινός δημιουργός. Ο ποιητής είναι διάκονος του ίδιου του εαυτού του, του λαού του και μαζί της ανθρωπότητας. Χρωστά να ανάγει τον καιρό και τον λαό του. Ενώ δεν έχει κανένα δικαίωμα για τίποτε στον κόσμο να αγνοήσει την αλήθεια, να την συσκοτίσει ή να της ασεβήσει.
Έχουμε ανάγκη στις μέρες μας από προσωπικότητες που μπορούν να σηκώσουν στους ώμους τους την προβληματικότητα, την ευθύνη και την αξιοπρέπεια του συνόλου. Οι ποιητές, οι συγγραφείς και οι διανοητές σύμφωνα με την αποστολή τους πρέπει να είναι συγχρόνως και οδηγοί ταγμένοι να δημιουργούν κάποια ενότητα απ’ τη διάσταση του κόσμου της εποχής τους, δίνοντας με τα έργα τους απάντηση στα αγωνιώδη προβλήματα των συνανθρώπων και βγάζοντάς τους από την αβεβαιότητα του ό,τι τους απασχολεί.
Ο ποιητής είναι θεωρός του είναι και του γίγνεσθαι, της φύσης και της ιστορίας, αποτιμητής των αγαθών της ζωής, νομοθέτης αξιών. Γίνεται ολόκληρος άνθρωπος, ύπαρξη πνευματικά ακέραια, μάγος και προφήτης, και απόστολος μαζί. Και έρχεται με τον τίτλο του ποιητή-προφήτη, για να προσφέρει την λύτρωση και την ανάσταση σ’ αυτόν τον βασανισμένο κόσμο. Τον παρακμασμένο και κατακερματισμένο κόσμο εξαιτίας της τεχνολογίας και της διανοητικότητας που ζει αποκομμένος από τις ρίζες της παράδοσης χωρίς ηθικές αρχές΄ εξαιτίας της Λογοκρατίας της Δύσης που από μιμητισμό αφομοιώνεται κι από την ελλαδική συνείδηση. Κομμάτιασμα και διάσπασμα της πνευματικής ζωής΄ θεωρία ανεύθυνη, πράξη ανελεύθερη κι αφώτιστη από την αλήθεια, την αίσθηση του ωραίου, λειτουργία διακοσμητική, «φυγή».Αγωνία και πολιτική παραζάλη μέσα σε άλυτες οικονομικές αντινομίες που συνεπάγονται τον εμφύλιο σπαραγμό και τους αδυσώπητους εξωτερικούς πολέμους΄ αναρχία στον εσώτερο εαυτό μας, διάζευξη σώματος ψυχής, σεξουαλική αναρχία, ριζική ανυπαρξία μιας σεξουαλικής πυξίδας είναι τα θλιβερά συμπτώματα της πνευματικής και υλικής, ψυχικής και σωματικής, κοινωνικής και ατομικής αποσύνθεσης του σημερινού ανθρώπου.
Έτσι μπροστά σε αυτήν την κατολίσθηση των πραγμάτων έρχεται ως υπεύθυνος ο Σικελιανός ποιητής, που με τα ποιήματά του θα ξυπνήσει και θα διεγείρει τον νωθρό κόσμο που έχει ήδη πέσει σε αναισθησία.
Αυτή όμως η Λογοκρατία που υπάγεται θεωρητικά στη Δυτική βιοθεωρία, αντιδιαστέλλεται προς τον Λυρισμό (που εννοείται ως μια βαθύτατη και πλέρια φιλοσοφική αυτοσκόπηση των ίδιων των δημιουργικών πηγών και επιταγών. Σύνθημα του Λυρισμού σύμφωνα με τον Σικελιανό είναι η ισόρροπη σχέση ανάμεσα στην Ψυχή και τον Νου, που σε τελική ανάλυση αναγόμαστε στην σχέση του ανθρώπου με τη φύση και το Σύμπαν. Εφόσον όμως Λυρισμός και Λογοκρατία έρχονται σε ρήξη, κατά άμεση συνέπεια επέρχεται ρήξη κι ανάμεσα στον άνθρωπο και το Σύμπαν΄ κι αυτό είναι απόρροια του ότι ο άνθρωπος υποτάσσεται στις επιταγές της υλικής αυτοσυντήρησής του.
Κάτι άλλο τώρα που αφορά πάνω στο όλο έργο του ποιητή. Διακρίνουμε λοιπόν τα ποιήματα που αποτελούν το θεωρητικό μέρος και τις Δελφικές γιορτές που είναι το πρακτικό.
Ο Nietzsche έλεγε ότι τα μεγάλα έργα γράφονται όχι με μελάνη αλλά με το αίμα της καρδιάς. Έτσι έγραψε και το δικό του ο Σικελιανός΄ με της καρδιάς το αίμα. Αίμα αψύ, εκρηκτικό, φουρτουνιασμένο πάντα, που σπίθιζε από φλογερή δίψα ζωής.
Διονυσιακός ως τις τελευταίες, τις λεπτότατες ίνες του, αυτός ο απολλώνιος στη μορφή γόνος του αρχοντικού Ιονίου, πέρασε την ζωή του σαν ένα ιερό όργιο «μεθύων»... Ο Σικελιανός είναι ο μεγάλος μύστης και κήρυκας της παγκόσμιας θρησκείας της ελευθερίας, της ειρήνης και της αδελφοσύνης (="Χριστιανισμού)." Έτσι συνακόλουθα, στάθηκε ο οραματιστής των μεγάλων οραμάτων.
Διαίσθηση και σπουδή και αυτοαποκάλυψη του πότισαν ως το μεδούλι την προσωκρατική φιλοσοφία και τα μυστήρια του Ορφισμού και του Πυθαγορισμού, και τον έκαναν να μετουσιώνει μέσα του τα πρωτογέννητα ελευσίνια θέσμια και το πανάρχαιο Δελφικό σύστημα.
Στα πεζά κείμενά του συχνά ο Σικελιανός κάνει λόγο για Ιδέες-Μητέρες, εννοώντας βέβαια τις βαθύτερες, τις αιώνιες ιδέες΄ εκείνες που δεν εφευρίσκονται αλλά ανακαλύπτονται αρχικά στα μάτια των πλέον άγρυπνων πνευμάτων. Οι Ιδέες-Μητέρες, δηλαδή αυτές που περικλείουν κοσμικούς σκοπούς και για το άτομο και για την ανθρωπότητα είχαν ξεχασθεί απόλυτα και απ’ όλους και βαλθεί σαν ζωτικό ή παλαιοντολογικό στοιχείο σε μια παράμερη γωνιά. Η ανάγκη των παγκόσμιων πνευματικών αξιών είναι το πλέον αυθόρμητο αίτημα των ημερών μας, το υποσυνείδητο αίτημα όλων των ατόμων και των λαών.
Την κυρίαρχη όμως θέση σ’ όλο το έργο κατέχει η «δελφική Ιδέα» Είναι η Ιδέα που ξεκαθάρισε από τις σκουριές του χρόνου ο δημιουργός της, κι έχει κι αυτή σαν σκοπό της την Αναγέννηση. Σ’ αυτό άλλωστε συμφωνούν οι σοφοί όλων των αιώνων΄ ότι δηλαδή, η φυσική κατάσταση του ανθρώπου στη γη δημιουργεί την συναίσθηση της ανάγκης μιας πνευματικής αναγέννησης, διότι ο κυρίως άνθρωπος είναι κάτι που δεν υπάρχει εκ των προτέρων, αλλά πρέπει να επιτευχθεί. Σε αυτό αποβλέπει και η Δελφική Ιδέα, όπως την εκφράζει με το έργο του ο Σικελιανός. Σαν κίνημα ένωσης των διανοητών προς συγκέντρωση των παγκόσμιων αληθειών και σύνθεση αυτών σε έργο παγκόσμιο παιδαγωγικό. Ο ποιητής πρεσβεύει πως αν η Ελλάδα αποφάσιζε να υψώσει την καινούργια οικοδομή του εαυτού της, δεν θα είχε παρά να διαπλάσει το θεμέλιο κύβο της αυτοκαλλιέργειας και της γενικότερης πνευματικής αποστολής της. Κατά συνέπεια η Δελφική Ιδέα θέλει να προσφέρει χείρα βοηθείας στον άνθρωπο για να γνωρίσει τον εαυτό του, τον ενωτικό κόσμο των αισθημάτων του, εσωτερικά να καλλιεργηθεί, να αναγεννηθεί και δημιουργηθεί ο νέος ενωμένος πλέον κόσμος με βάση το εσωανθρώπινο πρότυπό του. Θέλει δηλαδή, να οδηγήσει τον άνθρωπο στην εσωτερική καλλιέργεια πάνω στο έμφυτο κοινωνικό σκοπό της πανανθρώπινης αδελφοσύνης, της αγάπης, της αλληλεγγύης και ανάπτυξης των έμφυτων νόμων των αισθημάτων, στην κλίμακα των κοινωνικών μας προβλημάτων.
Ένας άλλος σταθμός αρκετά ενδιαφέρον είναι «η μυστική Ιδέα» Πρόκειται για τον άνθρωπο ή μάλλον για όλο το ανθρώπινο γένος σε αόριστη γενικότητα παρμένο. Είναι πρωταρχικά ο ελληνικός λαός, καταντά όμως να συνταυτίζεται με ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Γιατί ο Σικελιανός οραματίζεται μιαν ανθρωπότητα όπου οι λαοί πνευματικά ανεξάρτητοι θα ζούνε αρμονικά.
Ο ποιητής αντιμετωπίζει την ποίηση όχι σαν δημιουργία (από αισθητική άποψη) αλλά ως Δημιουργία (από θρησκευτική και μεταφυσική άποψη)’ δε δίνει σημασία στο καθαρά καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Τον ενδιαφέρει ν’ ανακαλύψει πρώτα την ενότητα του κόσμου που τον περιτριγυρίζει κι έτσι να οδηγηθεί στην ενότητα του εαυτού του με τον κόσμο.
Επίσης, διαχρονικά στην ζωή του πασχίζει να εναρμονίσει τον ατομικό ρυθμό της ψυχής του με τον καθολικό ρυθμό του Σύμπαντος. Η αναζήτηση της αρμονίας στάθηκε ο φάρος που καθοδηγούσε πάντα τις σκέψεις και τις πράξεις του.
Επικοινωνεί τόσο έντονα με τη φύση, που αγγίζει τη μυστική ουσία των πραγμάτων. Ζει λοιπόν, μέσα στη φύση, μέσα σε ένα κοσμικό περιβάλλον και βρίσκεται σε μια μοιραία διαλεκτική σχέση μαζί της. Γι’ αυτόν Φύση δεν ήταν η στατική μορφή του τοπίου, και δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για τον ιδιαίτερο χαραχτήρα των διαφόρων τοπίων. ΄Ενιωθε πως γεννήθηκε μέσα στη φύση σαν ένα στοιχείο της κι ότι έφερνε μέσα του κάτι από την τυφλή δύναμή της, γι’ αυτό συνταύτιζε τη μοίρα του μαζί της. Φύση, συνεπώς, είναι μια αισθητή και χειροπιαστή πραγματικότητα, είναι η δική του ελλαδική φύση που μέσα της άνοιξε τα μάτια και πήρε συνείδηση του εαυτού του.
Μια χορδή μυστικισμού υπάρχει και δονείται μέσα στον άνθρωπο Σικελιανό και στην πνευματική του έκφραση. Πέρα από τον Χριστιανισμό και τον Παγανισμό, πέρα από τα φιλοσοφικά δόγματα και τις θρησκευτικές λατρείες ο ποιητής οδηγούμενος από την προφητική διαίσθηση και φαντασία του αναζητεί και πιστεύει πως βρίσκει τη μεταφυσική και την ποίηση ενός προλογικού και χθόνιου ουμανισμού που θέρμαινε άλλοτε και μπορεί και στο μέλλον ακόμη να γλυκάνει και να λυτρώσει τις παραστατημένες στον κόσμο του ψεύδους ψυχές της εποχής μας.
Με την αισθητική του μνήμη ο Σικελιανός εκφράζει την ζωή που τον κυκλώνει κάθε φορά και παρέχει όσα δεν είναι πριν από αυτόν ειπωμένα. Γι’ αυτό και τον αρχαίο μύθο τον αποκαλεί στο δικό του κλίμα, τον προωθεί στην ιστορία της πατρίδας και της φυλής του.
Ο ποιητής υπήρξε λάτρης και θερμός οπαδός του Χριστιανισμού. Προσπάθησε να γαλουχηθεί από την ιδεολογία του Χριστιανισμού καθώς και από τη μυστικότητα του Ορφισμού, των Ελευσινίων και Διονυσιακών μυστηρίων.
Ο θάνατος τού φάνταζε πάντα ωραίος, γιατί γι’ αυτόν σήμαινε έξοδο από τον σκοταδισμό. Άλλοτε του εμφανιζόταν σαν Θεός, κι άλλοτε σαν Διγενής, όπως στην ομώνυμη τραγωδία του παρουσιάζοντάς τον μέσα σε μιαν άχνα βυζαντινού μυστικισμού.
Ο Σικελιανός στο έργο του και στη δράση του κλείνει τρεις τουλάχιστον ανθρώπους και τρεις κόσμους: τη μεγάλη ορμή του «Αλαφροΐσκιωτου», το όραμα της Δελφικής Ιδέας και την ταραχή της δραματικής εποχής που ζούμε.
Ο ίδιος προσδιόρισε την εφηβεία του ως ένα αγνό μιμόδραμα στον κόρφο της φύσης. Απ’ την αρχή κιόλας θέλησε να συντονίσει το ρυθμό της ζωής με το ρυθμό των κόσμων. Ειδοποιημένος απ’ τη μυστικιστική του αίσθηση είχε πραγματώσει εντός του το κενό, για να δεχτεί την ίδια του την πνοή της δημιουργίας. Κι αφηνόταν σ’ αυτήν υπάκουος. Στον δεύτερο «άνθρωπο ο Σικελιανός πιστεύει πως είναι αυθεντικός φορέας του ιστορικού πνεύματος που ζητάει μια καινούργια πραγμάτωση μέσα στα σύγχρονα ατομικά και κοινωνικά προβλήματα.
Στον τρίτο τύπο τώρα, ο ποιητής βρίσκεται στην αρρένα της ζωής, όπου τεχνική και πνευματική πρόοδος διαμάχονται. Σ’ αυτή τη διαμάχη ο ποιητής μας παίρνει ενεργό μέρος. Κάνει τη διάκριση ανάμεσα στη Λογοκρατία και στον Λυρισμό και τοποθετείται με τον δεύτερο, επισημαίνοντας όμως την αναστάτωση που επέφερε η είσδυση της Λογοκρατίας στο πνεύμα, γενικά στην ανθρωπότητα και ειδικά στην Ελλάδα.
Από τούτο τον χαμό υπάρχει σωτηρία; Δούλος της αμείλιχτης μοίρας του είναι ο άνθρωπος του καιρού μας προορισμένος να πάει στον όλεθρο; Αντίθετα προς τους άλλους τους σκοτεινούς προφήτες του θανάτου, ο Σικελιανός πιστεύει ακράδαντα στη σωτηρία. Πώς θα’ρθεί; Με την ολοκληρωτική Αναγέννηση. Με τη συμφιλίωση του ανθρώπου με τη γη, την ένωσή του με τη φύση, τη διαλλαγή του με τους αιώνιους νόμους της ζωής, την αδελφοσύνη με τους άλλους ανθρώπους, την εναρμόνιση σώματος και ψυχής, ιστορίας και πνεύματος.
Δεν μπορούμε να αποδείξουμε ότι ο Σικελιανός ακολούθησε ορισμένη σχολή ή δόγμα. Πίσω από την άκρατή του ακτινοβολία ορθώνεται ολόδετος, αδέσμευτος κι ανυπόταχτος ο ποιητής της υγείας και της αμόλυντης ελληνικής συνείδησης. Ποίηση και Σοφία και Πράξη είναι η τριαδική σύνθεση που φωτίζει το δρόμο του πνευματικού εργάτη και πασκίζει να φθάσει εκεί όπου ποίηση είναι πατρίδα και η πατρίδα ποίηση. Κι αυτό το «πιστεύω» όσο δύσκολα κατορθωτό κι αν είναι, ο Σικελιανός το πέτυχε Το αποδεικνύει εξάλλου, κάλλιστα η δοξοφημία του.