Τα ανώτερα θηλαστικά |
. |
Εδώ πλέον πρόκειται για την πιο τυπική
μορφή μελέτης της οικολογικής ηθικής. Εδώ τα επιστημολογικά εμπόδια
παρουσιάζονται λιγότερα, καθώς μελετώνται τα όντα που συγγενεύουν
περισσότερο από καθετί άλλο με τον άνθρωπο. Η μελέτη του
συγκεκριμένου θεματικού χώρου δε πρέπει να γίνει βασισμένη
εξολοκλήρου σε ψυχολογικούς παράγοντες, αλλά κυρίως σε βιολογικούς.
Αν συμβεί το πρώτο τότε κινδυνεύουμε να πραγματοποιήσουμε μια
μετάπτωση της Οικολογικής Ηθικής σε "Θηλαστική Ηθική". Τα σημαντικότερα Οικολογικα προβλήματα έχουν ανακύψει κατά τη διάρκεια του τελευταίου αιώνα καθώς έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα όπως η όξινη βροχή, τα είδη υπό εξαφάνιση και άλλα που απειλούν ευθέως κάθε μορφή ζωής. Στο παρελθόν οι άνθρωποι δεν είχαν έρθει αντιμέτωποι με τέτοιους προβληματισμούς, επομένως δεν είναι δυνατό να βρούμε επιστημονικές πηγές προς παράθεση και αξιοποίηση παρελθόντων στοχαστών. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια του Διαφωτισμού υπήρξαν σημαντικοί στοχαστές, όπως ο Καρτέσιος, που αντιμετώπισαν υποτιμητικά τη βιοτική κοινότητα αποδίδοντάς της μηχανιστικά χαρακτηριστικά (πχ η περίπτωση των ζώων, των "αυτομάτων της φύσεως"). Τόσο λοιπόν η παραδοσιακή φιλοσοφία, όσο και η Νεoτερικη σκέψη δεν έχουν αποδώσει ιδιαίτερη σημασία στην υπόσταση των ζώων κατά το πέρασμα των αιώνων. Επιπρόσθετα όμως, η σύγχρονη επιστήμη κάνει όλο πιο αχνά και δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ ανθρώπινης και απάνθρωπης συμπεριφοράς. Οι κώδικες ηθικής προσαρμόζονται σύμφωνα με τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα της ανθρώπινης παρεμβατικότητας στη φύση. Μολονότι τα ζώα έχουν πολλά κοινά με τους ανθρώπους, (όπως η αίσθηση του πόνου, η ιδιότητα του θνητού και πεπερασμένου και άλλα) μόλις το Φθινόπωρο του 1988 ο κόσμος χάρηκε εξαιτίας της διάσωσης δύο φαλαινών που ήταν εγκλωβισμένες στο χειμερινό πάγο. Εδώ βέβαια φαίνεται στην πράξη το γνωστό ρητό του Bentham: "Το ερώτημα δεν είναι ούτε αν σκέπτονται (ενν. τα ζώα) ούτε αν μιλούν, αλλά εάν υποφέρουν". Το συγκεκριμένο ρητό του Bentham όμως ενέχει έναν επιστημολογικό κίνδυνο: Έτσι γίνεται μια θεώρηση της ηθικής αποκλειστικά υπό το πρίσμα μιας αισθητηριακής αντίληψης. Έτσι καταλήγουμε σε μια στείρα εκδοχή του στοχασμού, όπου το καλό ταυτίζεται με την απουσία του πόνου. Εύκολα αυτό μπορεί να καταρριφθεί, καθώς η αίσθηση του πόνου μπορεί και αποβαίνει προς όφελος του οργανισμού (πχ σε περιπτώσεις προειδοποίησης μιας βαριάς ασθένειας ή ακόμα και εξελικτικής προόδου -μετεξέλιξη σε κάτι ανθεκτικότερο- ενός ολόκληρου είδους όπως θα δούμε και παρακάτω). Επιπλέον είναι δυνατή η βλάβη ή η κακοποίηση ενός οποιουδήποτε μέλους της βιοτικής κοινότητας, χωρίς να είναι παρούσα η αίσθηση του πόνου. Όλα αυτά και πολλά άλλα επιχειρήματα αποδεικνύουν ότι η ηθική μας συμπεριφορά απέναντι στα ζώα δε γίνεται να εκπορεύεται με μοναδικό επιχειρηματολογικό υπόβαθρο την παρουσία η την απουσία του πόνου, καθώς ο πόνος από μόνος του δεν μπορεί να καταλάβει συγκεκριμένη θέση σε ένα αξιολογικό σύστημα. Ακόμη μεγαλύτερο ρίσκο κατά τον Rolston είναι η αξιολογική θεώρηση της φύσης με βάση την ηθική κατ'επέκταση (ethics by extension). Δε γίνεται να αντιμετωπίζουμε την άγρια φύση με τα κριτήρια του ανθρώπινου πολιτισμού. Δε γίνεται να προβάλλουμε σε ένα άγριο ζώο τη συνηθισμένη συμπεριφορά που θα είχαμε απέναντι σε έναν άνθρωπο στα πλαίσια της πολιτισμένης κοινωνίας μας. Δε γίνεται να εφαρμόσουμε είτε το δίκαιο είτε κάποιο άλλο θεσμικό μέρος του πολιτισμού μας στην άγρια φύση. Με αυτό τον τρόπο δε σεβόμαστε την αγριότητά της, που αποτελεί ίσως το πιο θεμελιώδες και ουσιαστικό χαρακτηριστικό της. Για παράδειγμα είναι ανόητο να συμπονούμε ένα άγριο ζώο καθώς η φύση του δεν απαιτεί από εμάς αυτή τη συμπόνια. Εδώ η άγρια φύση διατηρεί τους δικούς της κανόνες. Ίσως και το 1988 (περιστατικό που αναφέρθηκε προηγουμένως) δεν έπρεπε να σωθούν οι φάλαινες... Ο πολιτισμός είναι για ανθρώπους (πολιτικό ζώο ο άνθρωπος). Μέσα στα πλαίσια του πολιτισμού κάθε άτομο διάγει τον βίο του με χαλαρές φυσικές ορμές. Οι φυσικές ορμές ατροφούν και εξανάγκης πλέον δεν διαδραματίζουν τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτιζαν την εποχή που ο άνθρωπος ζούσε ανεξαρτήτως οργανωμένων κοινωνιών. Η φυσική ορμή για παράδειγμα της αυτοσυντήρησης, (ή αλλιώς ένστικτο) σύμφωνα με τη φιλοσοφική θεώρηση του Thomas Hobbes στο "Λεβιάθαν" του, αντικαθίσταται στην οργανωμένη κοινωνία από την ηθελημένη παραχώρηση της εξουσίας σε μιαν απόλυτη αρχή (επι προκειμένω σε ένα μονάρχη). Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι ο πολιτισμός αρκετές φορές δίνει καταφύγιο σε ζώα (η περίπτωση των κατοικίδιων) αυτό δε σημαίνει ότι τα ζώα μετέχουν ενεργά στον πολιτισμό αυτό. Είναι καιρός πλέον να αποδεχτούμε κάποιες διακρίσεις και κάποιους διαχωρισμούς. Μολονότι η λέξη "διάκριση" είναι πολλές φορές απογοητευτική για την Ηθική, οφείλουμε να την υιοθετούμε συχνά ώστε να αποφεύγουμε την ισοπέδωση των υποστάσεων της φύσης (σφάλμα του τίποτα παρά- "nothing but fallacy"). Θα ήταν άτοπο να υποστηρίξουμε ότι ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας γυμνός πίθηκος, όπως και το να αναβαθμίσουμε την υπόσταση των ζώων και να μην τα εκτιμούμε για την πραγματική τους φύση. Η διάκριση εν προκειμένω είναι απαραίτητη για επιστημολογικούς, αλλά και επιστημονικούς λόγους. Πόνος και διατροφή Δύο ενδιαφέρουσες και συνάμα κραυγαλέες περιπτώσεις όπου είναι απαραίτητη μια οικολογική ηθική μελέτη είναι εκείνες του Πόνου και της Διατροφής. Ο πόνος, ειδικά όταν εξαιτίας του υποφέρει σε ακρότατο σημείο κάποιος έμβιος οργανισμός, αποτελεί έναν παράγοντα αποστροφής, τον οποίον, ακόμη και αυθόρμητα, σπεύδουν να θεραπεύσουν οι άνθρωποι ακόμα και σε συγγενικό τους έμβιο ον, όπως είναι ένα ανώτερο θηλαστικό. Εδώ πρέπει να αποδώσουμε ιδιαίτερη προσοχή: Οι περισσότεροι αγνοούν το γεγονός ότι ο πόνος μπορεί να αποτελέσει και καταλυτικό παράγοντα "θωράκισης" και μετεξέλιξης ενός είδους ή μιας βιοτικής κοινότητας όταν αναφέρεται ως κοινό χαρακτηριστικό σε ένα οικοσύστημα. Αυτή είναι και η θεμελιώδης διαφορά του πόνου σε ένα συγκεκριμένο άτομο και του πόνου σε ένα οικοσύστημα. Στην πρώτη περίπτωση η ανθρώπινη επέμβαση μπορεί και να μην έχει ιδιαίτερες επιπτώσεις, αλλά στη δεύτερη ο άνθρωπος επεμβαίνει στη φυσική εξελικτική διαδικασία των ζωντανών οργανισμών (ενός ολόκληρου είδους για παράδειγμα) διακόπτοντας την πρόοδό τους σε πιο βελτιωμένες μορφές ζωής. Η περίπτωση της διατροφής έχει αποτελέσει πεδίο σύγκρουσης διαφόρων ηθικών θεωριών. Αρκετοί παραδοσιακοί στοχαστές αντιμετωπίζουν τα ζώα ως όντα μετέχοντα του πολιτισμού όπως εάν πρόκειται για έναν συνάνθρωπο. Από τη στιγμή που τους αναγνωρίζουμε ενός τέτοιου επιπέδου ηθική αξία, τότε δε νομιμοποιούμαστε ηθικά να τα καταναλώνουμε. Αυτός ο συλλογισμός όμως οδηγεί σε αδιέξοδες ατραπούς. Κατά τον Rolston, οι άνθρωποι όταν καταναλώνουν τα ζώα βρίσκονται στην κατάσταση του παμφάγου όντος που τους υπαγορεύει η φύση. Η διατροφή δεν είναι πολιτισμική έκφανση ώστε τα ζώα να τυγχάνουν του απόλυτου ανθρώπινου σεβασμού και της δέουσας εκτίμησης. Συμπερασματικά μπορούμε να καταλήξουμε ότι τα ζώα είναι ηθικές υποστάσεις, αλλά δεν έχουμε καταλήξει ακόμα στο πόσο πρέπει να τα υπολογίζουμε ως τέτοιες. |